ΛΑΡΚΟ: Το «ένδοξο» παρελθόν και το αβέβαιο μέλλον


Συντάκτης:  Γιώργος Δελιχάς
Η περίπτωση της μεταλλουργικής εταιρείας ΛΑΡΚΟ είναι μια μικρογραφία της πολιτικής και οικονομικής ζωής της Ελλάδας.
Κακοδιαχείριση, λεηλασία του δημόσιου ορυκτού πλούτου, βόλεμα ημετέρων. Εκμετάλλευση και σακάτεμα εργαζομένων. Ρύπανση του περιβάλλοντος. Χρεοκοπίες. Και βέβαια, ακριβά «δωράκια» για φίλους κι εκλεκτούς, τεράστια κέρδη για λίγες πολυεθνικές.
Τα στοιχεία αυτά χαρακτήριζαν τη ΛΑΡΚΟ τόσο την εποχή που λειτουργούσε ως ιδιωτική εταιρεία (ιδρύθηκε το 1963 από τον Πρόδρομο Μποδοσάκη-Αθανασιάδη) όσο και την περίοδο που, ως «προβληματική», πέρασε στις αρχές της δεκαετίας του 1980 στον έλεγχο του ελληνικού Δημόσιου. Και είναι αυτά που υπονόμευσαν, σταδιακά, τη βιωσιμότητά της.
Η σύγχρονη ιστορία της εταιρείας διαγράφεται ουσιαστικά από το 1989, όταν ιδρύθηκε η «νέα ΛΑΡΚΟ», για να διαδεχτεί την «παλαιά ΛΑΡΚΟ», η οποία ετέθη σε καθεστώς εκκαθάρισης, στο οποίο βρίσκεται και σήμερα, 30 χρόνια μετά!
Την περίοδο αυτή, η εταιρεία έχει βρεθεί αρκετές φορές αντιμέτωπη με τεράστια οικονομικά και περιβαλλοντικά προβλήματα, ενώ σε αρκετές ακόμη περιπτώσεις βρέθηκε «μια ανάσα» από το να επιστρέψει στα χέρια ιδιωτών – κάτι που φαίνεται ότι αποτελούσε στρατηγική επιλογή της πολιτικής που ακολούθησε η εταιρεία.
Η περιουσία και η «προίκα»
Eurokinissi
Η ΛΑΡΚΟ είναι μεταλλευτική και μεταλλουργική βιομηχανία παραγωγής σιδηρονικελίου και αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις στον κλάδο της, σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο, με ετήσιο κύκλο εργασιών που ξεπερνά τα 350 εκατ. ευρώ έχει και καθαρά εξαγωγικό χαρακτήρα.
Κατέχει το 7% της ευρωπαϊκής αγοράς στην πώληση νικελίου και το 2-3% σε παγκόσμιο επίπεδο και είναι μία από τις λίγες εταιρείες του κλάδου με δικές της πηγές μεταλλεύματος.
Το 55,2% των μετοχών της έχει μεταβιβαστεί από το ελληνικό Δημόσιο στο ΤΑΙΠΕΔ και πλέον στο Υπερταμείο, ενώ το 33,4% των μετοχών κατέχει η Εθνική Τράπεζα και το 11,4% η ΔΕΗ.
Η «καρδιά» της εταιρείας χτυπά στο μεταλλουργικό εργοστάσιο στη Λάρυμνα Φθιώτιδας, όπου απασχολείται και η πλειονότητα των εργαζομένων, που πλέον στο σύνολο των δραστηριοτήτων δεν ξεπερνούν τους 1.200.
Ωστόσο, υπολογίζεται ότι στους έξι νομούς όπου δραστηριοποιείται η ΛΑΡΚΟ αναπτύσσονται έμμεσα αρκετές ακόμη χιλιάδες θέσεις εργασίας.
Στη Λάρυμνα βρίσκεται και ο οικισμός που χρησιμοποιείται για τη διαμονή εργαζομένων και χτίστηκε το 1968.
Διαθέτει μεταλλεία με μεγάλα αποθέματα λατερίτη στην Εύβοια, τη Βοιωτία, την Καστοριά και στα Σέρβια Κοζάνης, όπου επίσης διαθέτει και ένα λιγνιτωρυχείο.
Κατέχει, επίσης, είτε ως ιδιοκτησία είτε με τη μορφή παραχώρησης, ένα ιδιόκτητο κτίριο-γραφεία στο Μαρούσι Αττικής, χιλιάδες στρέμματα γης, αδειοδοτήσεις για ερευνητικές γεωτρήσεις, ενώ ιδιαίτερα σημαντικό και με στρατηγική σημασία περιουσιακό στοιχείο θεωρείται και το λιμάνι της Λάρυμνας, για το οποίο έχει λάβει άδεια εκβάθυνσης.
Ιδιαίτερης αξίας είναι επίσης οι αδειοδοτήσεις που έχει λάβει η θυγατρική της ΛΑΡΚΟ, ΛΑΡΚΟ Ενεργειακή, σε συνεργασία με τα ΕΛ.ΠΕ., για την εγκατάσταση φωτοβολταϊκών πάρκων αρκετών δεκάδων ΜW σε ιδιόκτητες εκτάσεις της ΛΑΡΚΟ στην Καστοριά, την Κοζάνη, τη Φθιώτιδα και τη Βοιωτία, που για πολλούς θεωρείται η σχετικά «άγνωστη» προίκα της εταιρείας.
Αγνωστο, επίσης, είναι σε πολλούς ότι η ΛΑΡΚΟ διαθέτει εγκεκριμένο ΧΥΤΑ στην περιοχή της Λάρυμνας, ο οποίος κατασκευάστηκε για την απόρριψη του υποπροϊόντος της «σκουριάς», χωρίς ωστόσο να έχει ακόμη αξιοποιηθεί.
Η «σκουριά», μάλιστα, ρίχνεται στη θάλασσα και ένα μικρό μέρος των υποπροϊόντων αξιοποιείται.
Μια τεράστια δημόσια περιουσία που, είτε ολόκληρη είτε κομμάτια της, ορέγονται αρκετοί επιχειρηματικοί όμιλοι.
Η σημερινή κατάσταση
Eurokinissi
Σήμερα η ΛΑΡΚΟ βρίσκεται ακόμη μια φορά μπροστά σε αδιέξοδο. Τα τεράστια συσσωρευόμενα χρέη, κυρίως προς τη ΔΕΗ, ο μη εκσυγχρονισμός των εγκαταστάσεων και η απουσία των απαραίτητων επενδύσεων τις προηγούμενες δεκαετίες έχουν δημιουργήσει μια ασφυκτική ατμόσφαιρα.
Η κατάσταση αυτή έγινε ακόμη πιο δύσκολη μετά την τελεσίδικη απόφαση των ευρωπαϊκών δικαστηρίων για την επιστροφή των 135 εκατ. ευρώ που έχουν χαρακτηριστεί κρατικές ενισχύσεις.
Πρόκειται για χρήματα που δόθηκαν από το ελληνικό Δημόσιο στη ΛΑΡΚΟ το 2008, το 2009 και το 2011 είτε ως εγγυήσεις για τραπεζικό δανεισμό είτε ως συμμετοχή σε αύξηση μετοχικού κεφαλαίου.
Ουσιαστικά, η σημερινή κατάσταση στη ΛΑΡΚΟ συνοψίζεται στην τελευταία δήλωση του υπουργού Ενέργειας, Γιώργου Σταθάκη, ότι «όλα τα σενάρια πλέον είναι ανοιχτά», βάζοντας με τον τρόπο αυτό στον διάλογο την ιδιωτικοποίηση ή την εμπλοκή στρατηγικού επενδυτή.
Ωστόσο, «όλα τα σενάρια» για τη ΛΑΡΚΟ δεν «ανοίγουν» τώρα. Εχουν ουσιαστικά «ανοίξει» από το 2008, όταν οι τότε σκέψεις και ενέργειες για πώληση της εταιρείας σταμάτησαν λόγω των εκλογών του 2009.
Αντίθετα, περιορισμένο ήταν το «εύρος» των σεναρίων την περίοδο 2012-2014, όταν πάλι υπό την πίεση της υπόθεσης των κρατικών ενισχύσεων είχε προκριθεί ως μονόδρομος η πώληση της εταιρείας.
Τότε, μάλιστα, υπήρξαν και τα σενάρια της διχοτόμησης ή και τριχοτόμησης της εταιρείας, με την όλη διαδικασία να επικροτείται από την Ευρωπαϊκή Ενωση, η οποία φυσικά στην περίπτωση πώλησης της εταιρείας σταματούσε να θέτει ζήτημα επιστροφής των 135 εκατ. ευρώ των κρατικών ενισχύσεων.
Βέβαια, προσπάθειες για ιδιωτικοποίηση της ΛΑΡΚΟ υπήρξαν τόσο την περίοδο 1998-1999 όσο και στις αρχές της δεκαετίας του 2000 – οι ορέξεις του ιδιωτικού κεφαλαίου για δραστηριότητες της ΛΑΡΚΟ είναι υπόθεση αρκετών ετών.
Η απουσία στρατηγικού σχεδιασμού για το μέλλον και τη βιωσιμότητα της επιχείρησης στη διάρκεια των προηγούμενων δεκαετιών αποτελεί ουσιαστικά το υπόβαθρο για τη σημερινή τραγική κατάσταση.
Ουδέποτε έγιναν ουσιαστικές παρεμβάσεις για τον εκσυγχρονισμό των εγκαταστάσεων, τη βελτίωση της παραγωγικής διαδικασίας και των συνθηκών εργασίας και ασφάλειας, την ανάπτυξη της παραγωγής μέσα από την καθετοποίηση που θα έφτανε ώς την παραγωγή ανοξείδωτου χάλυβα, την προστασία του περιβάλλοντος.
Η εταιρεία λειτουργούσε ουσιαστικά με γνώμονα την τροφοδοσία των μονοπωλίων του ανοξείδωτου χάλυβα με πρώτη ύλη και την εξυπηρέτηση της πολιτικής των κομμάτων εξουσίας.
Εχει, ωστόσο, ιδιαίτερη σημασία να σταθούμε σε ορισμένα χαρακτηριστικά αλλά και κομβικά σημεία, τα οποία ειπώθηκαν στη Βουλή από τον υπουργό Γιώργο Σταθάκη πέρυσι τον Αύγουστο, που, όμως, είναι γνωστά εδώ και χρόνια στους παροικούντες την Ιερουσαλήμ και ειπωμένα σε ΜΜΕ, συνέδρια και ημερίδες.
Ιδιαίτερα χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της «υπόθεσης Θανασούλα», όπου στα μέσα της δεκαετίας του 2000 έγινε προπώληση της παραγωγής της ΛΑΡΚΟ με τιμές κατά πολύ χαμηλότερες από την τιμή που έπιασε το νικέλιο στο Χρηματιστήριο, η οποία είχε φτάσει ακόμη και τα 52.000 δολ. ο τόνος.
Ταυτόχρονα, υπήρξε αύξηση του κόστους παραγωγής, αποτέλεσμα η εταιρεία να μην μπορεί να ανταποκριθεί στις συνεχώς αυξανόμενες υποχρεώσεις της.
Αυτό οδήγησε λίγα χρόνια μετά στο σπάσιμο του συμβολαίου προπώλησης και την πληρωμή σχετικής ρήτρας. Ομως και τότε η εταιρεία βρέθηκε χαμένη, καθώς η τιμή του νικελίου στο Χρηματιστήριο κατρακύλησε στα 8.500 δολ. ο τόνος.
Επιτεύχθηκε έτσι ένα σπάνιο ρεκόρ: η ΛΑΡΚΟ έχασε και στην άνοδο και στην πτώση του Χρηματιστηρίου!
Ενδεικτική επίσης είναι η περίοδος διοίκησης Σκρέκα τα τελευταία χρόνια της δεκαετίας του 2000, η οποία έμεινε γνωστή ως η περίοδος των golden boys.
Ωστόσο, οι ακριβοπληρωμένοι σύμβουλοι, το βόλεμα ημετέρων και η αλόγιστη σπατάλη δεν ήταν χαρακτηριστικό μόνο αυτής της περιόδου.
Σε όλα αυτά, αξίζει κανείς να προσθέσει ότι η ΛΑΡΚΟ, μια ιδιαίτερα ενεργοβόρα βιομηχανία, πλήρωνε για πολλά χρόνια πανάκριβα στη ΔΕΗ (έναν από τους βασικούς μετόχους της ΛΑΡΚΟ) το ρεύμα που κατανάλωνε και σε τιμή σχεδόν διπλάσια από τους ανταγωνιστές της (!), κάτι που ρυθμίστηκε πέρυσι, χωρίς όμως τα προσδοκώμενα αποτελέσματα.
Οι αναδιαρθρώσεις που προωθούνται σε παγκόσμιο επίπεδο για την αντιμετώπιση της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης και την επίτευξη της επιχειρηματικής ανάπτυξης δεν αφήνουν ανεπηρέαστη τη ΛΑΡΚΟ.
Σε ένα ιδιαίτερα ρευστό περιβάλλον και μέσα σε ανεξέλεγκτες εξελίξεις, όπως η πρόθεση του Τραμπ για επιβολή δασμών στο εμπόριο χάλυβα με την Ευρωπαϊκή Ενωση, η ΛΑΡΚΟ δείχνει να συγκεντρώνει πάνω της τα βλέμματα όσο ποτέ άλλοτε.
Σε αυτό παίζει καθοριστικό ρόλο και το ότι στο σιδηρονικέλιο που πουλά ως τελικό προϊόν η ΛΑΡΚΟ εμπεριέχεται το χημικό στοιχείο κοβάλτιο, το οποίο χρησιμοποιείται στην κατασκευή μπαταριών λιθίου, επαναφορτιζόμενο ον μπαταριών νικελίου-καδμίου, και θεωρείται ότι το επόμενο διάστημα θα εμφανίσει αυξημένη ζήτηση, εξαιτίας της ανάπτυξης της ηλεκτροκίνησης στα αυτοκίνητα και της αύξησης της χρονικής διάρκειας αντοχής των μπαταριών των κινητών τηλεφώνων.
Στο πλαίσιο αυτό και σε συνδυασμό με την ασφυκτική κατάσταση που έχει δημιουργηθεί στην εταιρεία, η λύση της ιδιωτικοποίησης μοιάζει μονόδρομος.
Μέσα, μάλιστα, από την τελευταία δήλωση του κ. Σταθάκη, φαίνεται ότι και η σημερινή κυβέρνηση εξετάζει πλέον αυτή τη λύση.
Επανέρχονται ουσιαστικά στην επικαιρότητα σενάρια που θέλουν είτε το «σπάσιμο» της εταιρείας και την πώληση των κομματιών της είτε την εκκαθάρισή της εν λειτουργία και την πώληση των «καλών» κομματιών είτε την είσοδο στρατηγικού επενδυτή.
Οι εργαζόμενοι
28/8/2009 Αποκλεισμός του κόμβου Μαρτίνου από εργαζομένους | EUROKINISSI
Την ίδια στιγμή, πάντως, οι εργαζόμενοι, η πλειονότητα των φορέων της τοπικής αυτοδιοίκησης αλλά και ένα μέρος των πολιτικών κομμάτων δεν εγκαταλείπουν την πάγια θέση τού «Οχι στην ιδιωτικοποίηση και το ξεπούλημα» και το αίτημα για παραμονή της ΛΑΡΚΟ υπό δημόσιο έλεγχο.
Αφήνουν, μάλιστα, αιχμές προς τη σημερινή κυβέρνηση ότι δεν προχώρησε στην υλοποίηση των εξαγγελιών της για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας και τον εκσυγχρονισμό της ΛΑΡΚΟ, συμβάλλοντας έτσι στη δημιουργία της σημερινής κατάστασης.
Στη ΛΑΡΚΟ υπάρχουν δύο βασικές κατηγορίες εργαζομένων: οι μόνιμοι και οι εργολαβικοί, με σχετικά μεγάλη διαφορά στο μισθολογικό κόστος τους.
Ωστόσο, υπάρχουν μισθολογικές διαφορές και ανάμεσα στους μόνιμους εργαζομένους (οι έχοντες παλιές συμβάσεις και οι προσληφθέντες την τελευταία δεκαετία).
Ο «μύθος» των υψηλών αμοιβών αφορά σχετικά μικρό μέρος εργαζομένων με παλιές συμβάσεις.
Προς αυτούς απευθύνονται και οι αιχμές για τη μη εφαρμογή της μνημονιακής οδηγίας για περικοπή 20% στο μισθολόγιο, με τα σωματεία εργαζομένων της ΛΑΡΚΟ να τονίζουν ότι δεν υπάγονται στο ενιαίο μισθολόγιο, μια υπόθεση που έφερε αντιμέτωπη τη διοίκηση της ΛΑΡΚΟ την περίοδο 2011-2014 με τη Δικαιοσύνη για παράβαση καθήκοντος.
Η μείωση, μάλιστα, του μισθολογικού κόστους φαίνεται να αποτελεί «προαπαιτούμενο» για το μέλλον της εταιρείας.
Η μεγάλη πλειονότητα των εργαζομένων, ωστόσο, αμείβεται με ιδιαίτερα χαμηλές απολαβές για το είδος, την επικινδυνότητα και τις συνθήκες εργασίας.
Χειρότερες ακόμη είναι οι συνθήκες για όσους εργάζονται στη ΛΑΡΚΟ με το καθεστώς του «σκλαβοπάζαρου» εργολαβιών.
Τα θανατηφόρα εργατικά ατυχήματα και τα πολύ περισσότερα με σοβαρούς τραυματισμούς, αποτέλεσμα της απουσίας συντήρησης των μηχανημάτων, της χρήσης φτηνών και χαμηλής ποιότητας υλικών αλλά και της εντατικοποίησης της εργασίας, είναι ακόμη μια σκληρή πτυχή της καθημερινότητας των εργαζομένων.
Για όσους, μάλιστα, έχασαν τη ζωή τους και εργάζονταν με το καθεστώς της εργολαβίας δεν προβλέπεται αποζημίωση και στήριξη των οικογενειών τους.
Οι συνδικαλιστές
Επάνω: 20/9/2013 Συμπλοκές εργαζομένων με ΜΑΤ στο Μαρτίνο Κάτω: 29/3/2018 Διαμαρτυρία εργαζομένων στο υπ. Περιβάλλοντος | EUROKINISSI
Η πλειονότητα των σωματείων των εργαζομένων της ΛΑΡΚΟ, που ελέγχεται από τη ΔΑΚΕ και την ΠΑΣΚΕ, αν και επιμένει να χαρακτηρίζει «κόκκινη γραμμή» την παραμονή της εταιρείας υπό δημόσιο έλεγχο και καλεί τον πρωθυπουργό και τους υπουργούς να θυμηθούν τις προεκλογικές τους δεσμεύσεις, δεν δείχνει διατεθειμένη να φτάσει στα άκρα.
Δείχνει περισσότερο διάθεση συνεννόησης και διαλόγου, σε μια κατεύθυνση παραμονής της εταιρείας σε λειτουργία και διασφάλισης των θέσεων εργασίας.
Μια στάση που όμως καθιστά αμφίβολο το πόσο μπορεί να διασφαλίσει τους εργαζομένους, καθώς μια ενδεχόμενη ιδιωτικοποίηση προβλέπει την πώληση της εταιρείας χωρίς το βάρος των εργαζομένων, εκτός από την περίπτωση όσων βρίσκονται κοντά στη συνταξιοδότηση.
Την ίδια στιγμή, ένα τμήμα εργαζομένων, μόνιμων και εργολαβικών, που συσπειρώνονται συνδικαλιστικά στο κλαδικό συνδικάτο μετάλλου Φθιώτιδας, προτάσσουν τη διεκδίκηση υπογραφής επιχειρησιακής συλλογικής σύμβασης εργασίας, που θα προβλέπει νέο οργανόγραμμα, στη λογική του εκσυγχρονισμού της επιχείρησης, την αξιοποίηση της εμπειρίας και της εξειδίκευσης του συνόλου των εργαζομένων, χωρίς εργολαβίες και με πλήρη δικαιώματα.

Ετικέτες
[blogger]

Author Name

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Από το Blogger.